ΔΙΑΦΟΡΑ μέχρι και ΔΙΑΦΟΡΑ
99
ΕΤΣΙ ΠΙΣΤΕΥΕ
Έμπλεος αγωνίας
έτρεμε τσέβδιζε
στο ένα χέρι το κρασί
στο άλλο το τσιγάρο
ανοιχτή αγκαλιά
που να χωρέσει η αγάπη;
Θέλει τα δικά της
τα πάντα.
Εγωίστρια!
Αγάπησες τα ποιήματα μου
μας αγάπησες;
Θέλεις να τα τραγουδάμε
στην άμμο σιωπηλά
να απαγγέλλουμε στη θάλασσα;
Εκείνη κοίταζε βαθιά
την απέραντη θάλασσα, τα αστέρια
έψαχνε, το φεγγάρι, κάποιο αστέρι
το αστέρι της
που να ξέρω;
Πάντως δεν ήταν εκεί.
Το αγεράκι
έσβησε τη φωτιά
πικρός καπνός
του δάκρυσε τα μάτια
κι’ ας μην φαινόταν
στο πρώτο κύμα
στο πρώτο φλοίσβισμα
τσιτσίριξαν τα κάρβουνα
στο δεύτερο αποκοιμήθηκαν
το τρίτο πήρε μαζί του κάποια.
Η νύχτα καλοκάθισε
στο βασίλειο της.
Τυχαίο χτύπημα χορδών
κιθάρας σε αναχώρηση
ανατολικά
μακριά από καπνούς
και στάχτες.
Άβουλος εκείνος πια
έδωσε όσα είχε
έχασε τα πάντα.
Έτσι πίστευε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου