Τρίτη 29 Απριλίου 2014



Καλημέρα. Ξέρω, τι σε καίει, θλιμμένη μου πριγκίπισσα. Μας φύγανε οι  ώρες, οι καιροί, οι άνθρωποι. Γίνανε σύννεφα μπαμπάκι, βροχή, ουράνιο τόξο, πόνος και απουσίες, στις ώρες της χαράς, της λύπης.

Δευτέρα 28 Απριλίου 2014



Καλημέρα. Τρέχεις,  ρίχνοντας πίσω σου,  φοβισμένα κλεφτές ματιές. Δεν θα υπάρξει άλλος Λοτ. Άλλη  θα είναι η τιμωρία σου. Ο εχθρός είναι μπροστά.


Καλημέρα. Τρέχεις,  ρίχνοντας πίσω σου,  φοβισμένα κλεφτές ματιές. Δεν θα υπάρξει άλλος Λοτ. Άλλη  θα είναι η τιμωρία σου. Ο εχθρός είναι μπροστά.

Κυριακή 27 Απριλίου 2014



Καλημέρα. Όταν φτάσεις εκεί, ξεφορτώσου το άγος της ζωής σου, βαριανασαίνοντας. Φορτώσου νέα δεινά, συνέχισε ασθμαίνων.  Οι γρανίτες αγαπούν τις φτέρνες σου, αγαλλιάζουν, όταν κοκκινίσουν.

Σάββατο 26 Απριλίου 2014



Καλημέρα.  Σε κάτι που δεν συμφωνείς, να ακούσεις ή να πεις, αν ωφελεί  σε κάποιους, χωρίς να  βλάπτει άλλους, συμφώνησε ακούγοντας ή   πες το. «Σε είδα στον ύπνο μου και σε βλέπω στον ξύπνο μου. Και πως σε βλέπω,  εσύ ξανάνιωσες. Απλά, τώρα είσαι νέος, αλλά νέος με πείρα, δυνατός και κοτσανάτος.» «Ξέρεις,  δεν πηγαίνω σε γιατρούς, κάτι ψιλοπράματα. Και αυτό  το μπαστούνι, το κουβαλάω για την πλάκα μου. Το έχω σαν γκλίτσα, να θυμάμαι τα πρόβατα και το χωριό μου.» «Μα τι λες τώρα, σε παρακαλώ; Εσύ αστράφτεις, αστράφτεις και βροντάς.»

Τετάρτη 23 Απριλίου 2014




ΔΙΑΦΟΡΑ μέχρι και ΑΔΙΑΦΟΡΑ

121

Κ Α Ρ Δ Ι Α   Κ Α Ι   Β Ε Λ Ο Σ
                   Α
ΠΑΝΟΠΛΙΑ ΑΤΡΩΤΗ
Ζήτησε από τον Ήφαιστο
πανοπλία άτρωτη,
αδιαπέραστη,
μαγική.
Ήθελε
φορώντας την
να ταξιδεύει στις φλόγες
να αιωρείται στα κύματα
να κοιμάται στους πάγους
να χαϊδεύει τα σύννεφα.
- Στο σημείο μηδέν της καρδιάς,
θα σου φτιάξω μια μικρή οπή.
Για να αναπνέει, του είπε.


                Β

        ΤΟ ΒΕΛΟΣ

Ταξίδεψε στις φλόγες
αιωρήθηκε στα κύματα
κοιμήθηκε στους πάγους
χάιδεψε τα σύννεφα
μ’ έναν πόνο συνέχεια 
στο σημείο μηδέν
στο μέρος της καρδιάς
εκεί το αδίστακτο
βέλος
εκεί το αίμα
υγρό
ζέον ως ύδωρ
αν το ξερίζωνε
αμέσως πέθαινε 
αφήνοντάς το έτσι
πόσο μπορούσε
τάχα
να κρατήσει
συνέχεια πονούσε.



              Γ
ΝΟΣΤΙΜΟ ΘΑΛΠΟΣ

Καρφώθηκε στο στέρνο του
Φώλιασε στην πληγή του
Βέλος που σάρκα τυραννά
Και πόνους επωάζει
Ζεστάθηκε με τη ροή
Δέντρο κι’ άπλωσε ρίζες
«Εδώ θα κατοικήσω» είπε!

Το αίμα κρούστα πάγωσε
Το βέλος μόνο του ακινητούσε.
Δε γνώριζε πόσο καιρό κρατούν
Η ζέστα της πληγής
και της καρδιάς οι χτύποι.